ἰότης

ἰότης
ἰότης
will
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ιότης — ἰότης, ἡ (Α) 1. θέληση, επιθυμία («θεῶν ἰότητι» με τη θέληση τών θεών, Ομ. Οδ.) 2. για χάρη κάποιου, ένεκα («ἰότητι γάμων», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πιθ. < *isto (μετοχικός τ., πρβλ. αρχ. ινδ. ista «ποθητός»), οπότε η λ. συνδέεται… …   Dictionary of Greek

  • ἰότητα — ἰότης will fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰότητι — ἰότης will fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰότητος — ἰότης will fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰότητ' — ἰότητα , ἰότης will fem acc sg ἰότητι , ἰότης will fem dat sg ἰότητε , ἰότης will fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰότας — ἰότᾱς , ἰότης will fem nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰότατι — ἰότᾱτι , ἰότης will fem dat sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”